Πολλές επιστημονικές μελέτες των τελευταίων δεκαετιών έχουν αποδείξει πως η ύπαρξη ενός κατοικίδιου ζώου, διαφορετικά ονομάζονται ζώα συντροφιάς, και κυρίως ενός σκύλου έχει ευεργετικές επιδράσεις σε πολλούς τομείς της ψυχικής μας υγείας και κυρίως σε αυτή των μικρών παιδιών.
Η σχέση που μπορεί να αναπτύξει ο άνθρωπος με τα κατοικίδια ζώα μπορεί να εξελιχθεί σε μία πολύ τρυφερή και πολύ σημαντική σχέση μέσα στην οποία και οι δύο πλευρές παίρνουν και δίνουν φροντίδα και αγάπη, μοιράζονται κοινό χρόνο και ίσως κάποιες φορές και κοινά συναισθήματα.
Τα ζώα συντροφιάς είναι ικανά ως ένα βαθμό να αντιλαμβάνονται τα δικά μας συναισθήματα, είτε θετικά είτε αρνητικά, και με την ανιδιοτέλεια που τους διακρίνει είναι ικανά να εκφράσουν παρόμοια συναισθήματα με αυτά που βιώνουμε κι εμείς. Κάτι τέτοιο είναι από μόνο του πολύ ανακουφιστικό και συμβάλλει στη ψυχική μας ευημερία.
Ακόμη, έχει βρεθεί ότι άνθρωποι που περνάνε χρόνο με τα κατοικίδιά τους έχουν μεγαλύτερες αντοχές και ανθεκτικότητα απέναντι στο άγχος, έχουν χαμηλότερα επίπεδα στρες, βιώνουν λιγότερη μοναξιά, διαχειρίζονται πιο αποτελεσματικά τη θλίψη και έχουν περισσότερες κοινωνικές επαφές.
Τα ζώα συντροφιάς θεωρούνται από κάποιους ιδιοκτήτες τους ως μέλη της οικογένειας και αυτή η αντίληψη αυξάνει περισσότερο το συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ τους, γεγονός που φαίνεται να είναι χρήσιμο στην ανάπτυξη των παιδιών.
Η φροντίδα ενός ζώου συντροφιάς εκπαιδεύει τα παιδιά ώστε να μαθαίνουν να διαχειρίζονται τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες τους, να εκφράζουν με σωματικό τρόπο τα συναισθήματά τους, να αναγνωρίζουν τις ανάγκες των άλλων και να γίνουν κοινωνικά και περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένα.
Κλείνοντας, φαίνεται πως η ύπαρξη ζώων συντροφιάς μέσα στην οικογένεια, όταν αναγνωρίζονται και δεν καταπατούνται τα δικαιώματα του ζώου έχει πολλαπλά οφέλη για τον άνθρωπο σε όλες τις ηλικίες.
Η σχέση που μπορεί να αναπτύξει ο άνθρωπος με τα κατοικίδια ζώα μπορεί να εξελιχθεί σε μία πολύ τρυφερή και πολύ σημαντική σχέση μέσα στην οποία και οι δύο πλευρές παίρνουν και δίνουν φροντίδα και αγάπη, μοιράζονται κοινό χρόνο και ίσως κάποιες φορές και κοινά συναισθήματα.
Τα ζώα συντροφιάς είναι ικανά ως ένα βαθμό να αντιλαμβάνονται τα δικά μας συναισθήματα, είτε θετικά είτε αρνητικά, και με την ανιδιοτέλεια που τους διακρίνει είναι ικανά να εκφράσουν παρόμοια συναισθήματα με αυτά που βιώνουμε κι εμείς. Κάτι τέτοιο είναι από μόνο του πολύ ανακουφιστικό και συμβάλλει στη ψυχική μας ευημερία.
Ακόμη, έχει βρεθεί ότι άνθρωποι που περνάνε χρόνο με τα κατοικίδιά τους έχουν μεγαλύτερες αντοχές και ανθεκτικότητα απέναντι στο άγχος, έχουν χαμηλότερα επίπεδα στρες, βιώνουν λιγότερη μοναξιά, διαχειρίζονται πιο αποτελεσματικά τη θλίψη και έχουν περισσότερες κοινωνικές επαφές.
Τα ζώα συντροφιάς θεωρούνται από κάποιους ιδιοκτήτες τους ως μέλη της οικογένειας και αυτή η αντίληψη αυξάνει περισσότερο το συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ τους, γεγονός που φαίνεται να είναι χρήσιμο στην ανάπτυξη των παιδιών.
Η φροντίδα ενός ζώου συντροφιάς εκπαιδεύει τα παιδιά ώστε να μαθαίνουν να διαχειρίζονται τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες τους, να εκφράζουν με σωματικό τρόπο τα συναισθήματά τους, να αναγνωρίζουν τις ανάγκες των άλλων και να γίνουν κοινωνικά και περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένα.
Κλείνοντας, φαίνεται πως η ύπαρξη ζώων συντροφιάς μέσα στην οικογένεια, όταν αναγνωρίζονται και δεν καταπατούνται τα δικαιώματα του ζώου έχει πολλαπλά οφέλη για τον άνθρωπο σε όλες τις ηλικίες.